Το βράδυ των εκλογών της περασμένης Κυριακής 21 Μαΐου όλοι εντυπωσιαστήκαμε από τον εκπληκτικό θρίαμβο του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και την αμείλικτη τιμωρία του λούμπεν λαϊκισμού.
Ένα ακόμη χαρακτηριστικό αυτού του θριάμβου είναι η νίκη του πολιτισμού και της δημοκρατίας επί της βαρβαρότητας. Δεν είδα να σχολιάζει κανείς ότι ο νικητής των εκλογών, παρά την πρωτοφανή διαφορά 21 μονάδων από τον ΣΥΡΙΖΑ του Τσίπρα, επέβαλε τη σεμνότητα που αρμόζει σε μια παράταξη φιλελεύθερων δημοκρατικών πολιτών και σε μια πιο ώριμη δημοκρατία: δεν υπήρξαν πορείες θριάμβου προς τα γραφεία του νικητή, αυτοκινητοπομπές, ομαδικά κορναρίσματα έξω από τα γραφεία των ηττημένων, καραμούζες, και όλα τα σχετικά τριτοκοσμικά και οπαδικά event που είδαμε τελευταία φορά κατά την τερατογένεση του μορφώματος Τσίπρα-Καμμένου.
Στην πρώτη δήλωσή του από τα γραφεία της ΝΔ ο Πρωθυπουργός μόλις οριστικοποιήθηκαν τα αποτελέσματα τόνισε ότι: «Σήμερα κλείνει ένας κύκλος και ανοίγει ένας καινούργιος. Θα τον διανύσουμε και πάλι μαζί με οδηγούς τη γλώσσα της αλήθειας αλλά και τη σχέση εμπιστοσύνης που με τόσο κόπο έχουμε χτίσει. Την ειλικρινή διάθεση για αυτοκριτική και την προσπάθεια για διαρκή, για συνεχή βελτίωση. Χωρίς αλαζονεία και χωρίς έπαρση που προσωπικά δεν πρόκειται να ανεχθώ».
Και όντως δεν υπήρξε καμιά εκδήλωση αλαζονείας και έπαρσης, ούτε σε επίπεδο στελεχών ή οπαδών και ψηφοφόρων της ΝΔ. Παρά ταύτα η πέμπτη φάλαγγα του ΣΥΡΙΖΑ, οι γνωστοί αγανακτισμένοι και ανησυχούντες συνταγματολόγοι, οι χαρισματικοί «διανοούμενοι» που δεν αναγνωρίστηκε η αξία τους, και διάφορα «δημόσια πρόσωπα», προκαταβολικά και πριν διαπιστώσουν οποιοδήποτε φαινόμενο αλαζονείας ή έπαρσης, ξιφούλκησαν κατά του «ηγεμόνα», «μονάρχη», «αλαζόνα», «επηρμένου» κ.λπ. Πρωθυπουργού. Ο γνωστός Γενίτσαρος Μαραντζίδης, που τον αποκαλούσε Τσαουσέσκου και μιλούσε για μηχανισμό ΣΤΑΖΙ από τις σελίδες της Καθημερινής (εφεξής «Κ»), έσπευσε να προλάβει και τον Βαξεβάνη, θεωρώντας φαίνεται πως μια έγκριτη εφημερίδα έχει μετατραπεί σε… Documento των αστών. «Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να συνεχίσει να υπάρχει. Πρέπει να αποκτήσει εκ νέου έναν πρωταγωνιστικό ρόλο και να είναι εκεί (…) για τους ανθρώπους που έχουν ανάγκη έναν πιο δίκαιο κόσμο. Διαφορετικά, ο κόσμος μας θα χειροτερέψει κι άλλο.» («Κ», 22.5.2023). Την προηγουμένη έγραφε για «ελληνικό Γουότεργκεϊτ». Ότι η κυβερνητική εξουσία Μητσοτάκη έχει «δανειστεί όλες τις επιτυχημένες συνταγές του ολοκληρωτισμού»: «η απομόνωση του αντιφρονούντος είναι η τέχνη του ολοκληρωτισμού. Αντίθετα από αυτό που νομίζουν πολλοί, τα ανελεύθερα καθεστώτα που μακροημερεύουν [όπως του Μητσοτάκη] δεν στηρίζονται στην κτηνώδη βία αλλά στην προπαγάνδα, στην εκτεταμένη διαφθορά, στις εσωτερικευμένες αναστολές και στον κομφορμισμό των ανθρώπων». («Κ», 21.5.2023).
Ο επικεφαλής του 15μελούς των Αγανακτισμένων Συνταγματολόγων, τον Αύγουστο του 2022 προειδοποιούσε πρώτος: «Μήπως θα πρέπει να θυμίσει κανείς στον κ. Μητσοτάκη ότι παρόμοιες ερμηνείες οδήγησαν σε παραίτηση τον πρόεδρο Νίξον το 1974, στο πλαίσιο του περίφημου σκανδάλου Watergate;» (Ν. Αλιβιζάτος, «Κ», 7.8.2022). Δυο εβδομάδες αργότερα ζητούσε την παραίτηση του Πρωθυπουργού: «Σημαίνει, άραγε, αυτό ότι ο Πρωθυπουργός θα πρέπει να παραιτηθεί, όπως επίμονα ζητεί η αξιωματική αντιπολίτευση; Σε όλες τις προηγμένες κοινοβουλευτικές δημοκρατίες, είθισται πράγματι οι κυβερνήσεις –και όχι απλώς οι εμπλεκόμενοι Υπουργοί– να παραιτούνται όταν αποκαλύπτονται μείζονα σκάνδαλα· και τούτο όταν σε αυτά εντοπίζονται και πρωθυπουργικές ευθύνες. Δεν χρειάζεται, με άλλα λόγια, η κυβέρνηση να χάσει την εμπιστοσύνη της Βουλής.» (συνέντευξη Αλιβιζάτου στο news247, 20.8.2022). Και σε κοινή συνέντευξη με τον Ν. Ανδρουλάκη στις 21.11.2022, επανέλαβε ότι «επιμένω σε αυτή την άποψη». Κάνοντας ακτιβισμό προσπάθησε εκ νέου συγκεντρώνοντας τις υπογραφές του 15μελούς των Αγανακτισμένων Συνταγματολόγων («Κ», 12.1.2023).
Πριν από ενάμιση μήνα διατεινόταν οξυδερκώς πως «Σύμφωνα µε τις προβλέψεις των περισσότερων παρατηρητών [;!], η κυβέρνηση που θα προκύψει από τις προσεχείς εκλογές … θα είναι κυβέρνηση συνεργασίας δύο ή και περισσότερων κομμάτων. … Εντούτοις, λόγω εκλογικών νόμων, και του βαρύτατου κλίματος που επικρατεί μετά το τραγικό δυστύχημα των Τεμπών, η πιθανότητα να σχηματιστεί μια κυβέρνηση που να στηρίζεται σε ένα και μόνο κόμμα –ακόμη και “πολύχρωμο”, όπως θα το ήθελε ο κ. Μητσοτάκης– είναι μάλλον ισχνή. … Αναγκαία, προφανώς, προϋπόθεση γι’ αυτό είναι η νέα κυβέρνηση να μην είναι απλώς συμμαχική, αλλά όσο το δυνατόν “οικουμενικότερη”.» («Κ», 2.4.2023). Οικουμενικότερη, ακόμη και με τη συμμετοχή των παλιάτσων του ΣΥΡΙΖΑ, που ως γνωστόν «πιάνουν πουλιά στον αέρα».
Την επομένη των εκλογών χωρίς ίχνος έπαρσης έκανε μάθημα «σεμνότητας» (!) στον Πρωθυπουργό τον οποίο προ τριών μηνών ήθελε να ανατρέψει: «Η πρόκληση γι’ αυτόν θα είναι να μην ενδώσει στο προπατορικό αμάρτημα όλων των πρωθυπουργών από το 1974 που κέρδισαν μια δεύτερη θητεία, το αμάρτημα της αλαζονείας της εξουσίας. Θα πρέπει να το δείξει από αύριο, όταν θα κληθεί να απαντήσει στο ερώτημα γιατί επιδιώκει και πάλι την κοινοβουλευτική αυτοδυναμία. (…) Αποφυγή, λοιπόν, της αλαζονείας της εξουσίας από τη μια και αναδιάταξη του χώρου της Κεντροαριστεράς από την άλλη, ώστε να αποτελέσει αξιόπιστη εναλλακτική λύση, είναι οι δύο μεγάλες προκλήσεις της επόμενης μέρας.» («Κ», 22.5.2023). Είναι προφανές ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης επέδειξε… αλαζονεία, αφού την επομένη του εκλογικού θριάμβου του δεν συνεργάστηκε με τον Ανδρουλάκη να σχηματίσουν κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον άγνωστο Χ, που όλοι καταλαβαίνουμε ότι κι αυτός «πιάνει πουλιά στον αέρα». Δεν βρήκε όμως λέξη να πει για το φλερτ του Πουλοπιάστη (Dead Man Walking πλέον) με τους ψηφοφόρους της Χρυσής Αυγής, τις εκκλήσεις Κασιδιάρη (εμμέσως) και Μπαρμπαρούση (ευθέως) να ψηφίσουν τον ΣΥΡΙΖΑ.
Στις εκλογές της 25ης Ιουνίου όλα δείχνουν ότι όλα αυτά τα ξεφτέρια θα υποστούν νέα διάψευση των ονείρων τους: Ο ελληνικός λαός έχει συνειδητοποιήσει ότι χρειάζεται μια σταθερή και ισχυρή κυβέρνηση, δηλαδή μια αυτοδύναμη δημοκρατική, φιλελεύθερη «πολύχρωμη» κυβέρνηση της ΝΔ. Μια ισχυρή πλειοψηφία, ώστε να μπορεί να προχωρήσει στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις και να χειριστεί στιβαρά τους εξωτερικούς/εξωγενείς κινδύνους. Η προσπάθεια να «κοντύνουν» τον Πρωθυπουργό, για να ελέγχουν την κυβέρνηση κάποιοι ολιγάρχες ή κάποιοι «παράγοντες» του δημοσίου βίου, είναι μάταιη και εκ των προτέρων καταδικασμένη. Εκτός αν εξακολουθούν να ποντάρουν στους κλόουν. Αφού το μεν τσίρκο έφυγε, οι δε κλόουν έμειναν. Η αλαζονεία, ο ναρκισσισμός και ο βολονταρισμός τους δεν αρκεί για να γίνουν πραγματικότητα οι κραυγαλέα ιδιοτελείς βλέψεις τους. Και δεν χρειάζεται να είσαι bird watcher για να ξέρεις πως εκείνα τα τρομαγμένα πουλιά που πέταξαν στην ελευθερία ήταν αποδημητικά.
Διαβάστε επίσης: Σοφία Γιαννακά: «Και ο Αλιβιζάτος πιάνει πουλιά στον αέρα».